
Ο γνωστός τραγουδιστής της ρέγκε μουσικής κουλτούρας, Μπομπ Μάρλεϊ, και οπαδός του Ρασταφαριανισμού, γεννιέται στις 6 Φεβρουαρίου του 1945, στην Τζαμάικα. Ο πατέρας του είχε αγγλικές ρίζες ήταν καπετάνιος όταν γνώρισε την 19χρονη μητέρα του Μάρλεϊ , την ερωτεύτηκε και την παντρεύτηκε. Ο πατέρας του παρείχε στην οικογένεια οικονομική στήριξη, ωστόσο κατά πάσα πιθανότητα, ο Μπομπ δεν γνώρισε την ζεστασιά της πατρικής φιγούρας. Ο πατέρας της οικογένειας ήταν τον περισσότερο καιρό απών από τις δραστηριότητες του σπιτιού, λόγω επαγγελματικών ταξιδιών. Σαν να μην έφτανε η γενικότερη απουσία του, ο Μάρλεϊ τον έχασε τελικά στην ηλικία των 1ο ετών. Αυτό το γεγονός σίγουρα τον συντάραξε και τον ωρίμασε σε πολύ νεαρή ηλικία.
Η εμπειρία με τον ρατσισμό
«Δεν είμαι προκατειλημμένος απέναντι του. Ο πατέρας μου ήταν λευκός και η μητέρα μου μαύρη. Με φωνάζουν μιγά ή κάπως έτσι. Δεν είμαι σε καμία πλευρά. Ούτε στη μαύρη, ούτε στη λευκή. Είμαι στου Θεού την πλευρά, Αυτού που με έπλασε και με έκανε να προέρχομαι από τη μαύρη και τη λευκή».
Αυτά τα λόγια είχε αναφέρει ο Μπομπ , υποδηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την ρατσιστική αντιμετώπιση που δέχτηκε και πως ο ίδιος ήθελε να απέχει από όλο αυτό. Για κακή του τύχη, ο Μάρλεϊ ήρθε αντιμέτωπος με ρατσιστικές συμπεριφορές από μικρή κιόλας ηλικία. Η μεικτή καταγωγή του, καθώς και το ύψος του (1,63 μ.) όπως φαίνεται, δεν του άφησαν πολλά περιθώρια, έτσι ώστε να μην υποστεί το λεγόμενο bullying. Ο ίδιος μπήκε στη διαδικασία να μάθει να προασπίζει την σωματική του ακεραιότητα, μέσω μαθημάτων αυτοάμυνας που παρακολουθούσε.
Η πρώτη επαφή με τη μουσική
Ο Μάρλεϊ, συνειδητοποίησε στα 14 μόλις χρόνια του, ότι δεν τον εξέφραζε το σχολικό περιβάλλον και έτσι σταμάτησε να ανήκει στην κατηγορία του μαθητή και έγινε μαθητευόμενος σε ένα σιδεράδικο. Έγινε φίλος με τον Bunny Wailer, ο οποίος υπήρξε και μουσικός του παρτενέρ. Οι δύο φίλοι και ταυτόχρονα μουσικό ντουέτο, μοιράζονταν την αγάπης τους για την μουσική με τον Joe Higgs. Ο τελευταίος μάλιστα υπήρξε τοπικός τραγουδιστής αλλά φημολογείται πως θεωρήθηκε και μέντορας του Μάρλεϊ, αφού τον μύησε στον Ρασταφαριανισμό. Ο Μπομπ, ηχογράφησε τα πρώτα του τραγούδια στην ηλικία των 17 ετών, τα οποία δεν κέντρισαν το ενδιαφέρον του κοινού. Ωστόσο επανακυκλοφόρησαν μετά τον θάνατό του.
Οι απόπειρες γνωριμίας με την επιτυχία
Το 1963, ο Μάρλεϊ , ο Γουέλιερ και Τος σχημάτισαν το συγκρότημα «The teenagers» που εν τέλει μετονομάστηκε σε «The wailers». Στα πρώτα χρόνια του συγκροτήματος , δεν γνώρισε την πολυπόθητη επιτυχία και αναγνωρισιμότητα και μετακόμισε με την σύζυγό του, Ρίτα στις Η.Π.Α . Ο Μάρλεϊ, εργάστηκε στην Αμερική σε μία χημική βιομηχανία, χωρίς όμως να τον πληρεί ιδιαίτερα. Η αγάπη του για την μουσική δημιουργία δεν είχε σβήσει, γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι ξανά ασχολήθηκε μαζί της το 1967. Την ίδια χρονική περίοδο, έγινε μέλος του κινήματος των Ρασταφάρι. Μαζί με την γενικότερη φιλοσοφία των Ρασταφάρι, υιοθέτησε και την ανάλογη εξωτερική εμφάνιση, με έμφαση στα dreadlocks (τα γνωστά ράστα), χτένισμα που ακόμη και στις μέρες μας αποτελεί παγκόσμια μόδα.
Η γνωριμία με την επιτυχία
Μέσα σε λίγα χρόνια (1968-1972), οι πλέον «The Wailers» ήρθαν σε επαφή με δισκογραφικές εταιρείες. Μετά από αυτή τους την γενναία απόφαση, ακολούθησαν αρκετές μουσικές επιτυχίες, με κυριότερη το I shot the sheriff, το οποίο διασκεύασε ο Έρικ Κλάπτον, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην αύξηση της δημοσιότητας του Μάρλεϊ. Με την πάροδο των χρόνων, οι σχέσεις μεταξύ των μελών του συγκροτήματος άρχισαν να ξεφτίζουν, με αποτέλεσμα αυτό να διαλυθεί το 1974. Ο Μπομπ ωστόσο, δεν πτοήθηκε ιδιαίτερα, αφού συνέχισε την μουσική του διαδρομή πλέον με την ονομασία «Bob Marley and the wailers». Το νέο συγκρότημα ήταν πάντα συνοδευόμενο από τις «I Threes», τρεις γυναικείες φωνές, ανάμεσα στις οποίες ξεχώριζε και η γυναίκα του Μάρλεϊ, Ρίτα. Το έτος 1975, ήρθε στο προσκήνιο το τραγούδι No woman , no cry, κάτι που εκτόξευσε την καριέρα του Μάρλεϊ. Το τραγούδι ταξίδεψε παγκοσμίως και αποτελούσε ένα μεγάλο μουσικό κατόρθωμα. Ο Μπομπ Μάρλεϊ είχε αναμφισβήτητα σημειώσει παγκόσμια επιτυχία και έδινε το παρόν σε πολλές συναυλίες, εκτός της πατρίδας του, διογκώνοντας έτσι την αγάπη του για την ρέγκε μουσική.

Η σημασία των τραγουδιών του
Ο Μπομπ Μάρλεϊ παρά τον αναπάντεχο θάνατό του, έχει καταφέρει να μας μείνει αξέχαστος, λόγω της μουσικής κληρονομιάς που έχει αφήσει. Ένας τραγουδιστής που υμνεί τον έρωτα, την αγάπη, την ειρήνη, την απελευθέρωση, τη θετική ενέργεια και κυριώς την αισιοδοξία. Η μουσική επανάσταση που έφερε με την εξέλιξη της ρέγκε είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανένας. Το ρέγκε στοιχείο του έχει αποτελέσει ελπίδα για την πείνα της Αφρικής και όχι μόνο. Οι Αφρικανοί έχουν τον Μάρλεϊ σαν σύμβολο ειρήνης και αγάπης. Η εξωτερική μορφή του έχει συντροφέψει χιλιάδες μπλουζάκια, καπέλα και ρολόγια, υπενθυμίζοντας την σημασία της μουσικής του αλλά, και πάνω από όλα, της τόσο προσιτής του φιγούρας. Σε αυτό το σημείο, ας μην ξεχνάμε το γεγονός ότι ο Μπομπ Μάρλεϊ υπήρξε θύμα ρατσισμού, ωστόσο κατάφερε να αποδείξει πως η καταγωγή και το μέτριο ανάστημά του, δεν αποτέλεσαν τροχοπέδη στην εξέλιξη της μετέπειτα ζωής και καριέρας του. Με αυτόν τον τρόπο, ο Μάρλεϊ αποτελεί παράδειγμα για όλα τα θύματα ρατσισμού οποιασδήποτε μορφής, καθιστώντας σαφή την νοοτροπία, πως ό,τι θέλεις να πετύχεις, μπορείς να το καταφέρεις.
Οι τίτλοι τέλους για τον Μάρλεϊ
Το καλοκαίρι του 1977, οι γιατροί διάγνωσαν κακοήθες μελάνωμα στα πόδια του Μάρλεϊ και οι ίδιοι συνιστούσαν ακρωτηριασμό. Ο Μπομπ από την άλλη, βαθιά συνδεδεμένος με τη θρησκεία του, ήταν κατηγορηματικός σε αυτή την ιατρική απόφαση. Ο Ρασταφαριανισμός, απαγόρευε οποιαδήποτε έλλειψη σημείου του σώματος όπως και τη συγγραφή διαθήκης, κάτι που ο γνωστός τραγουδιστής επίσης αρνήθηκε. Μετά από κάποιο καιρό εύρεσης εναλλακτικών τρόπων θεραπείας του μελανώματος, μία γιατρός στο Μαϊάμι ισχυρίστηκε ότι ίσως να μπορούν να προλάβουν την κατάσταση με την αφαίρεση ενός πολύ μικρού μέρους του ποδιού του, όπως κι έγινε. Καθώς περνούσε ο καιρός, ο καρκίνος προχώρησε στον εγκέφαλο και τα ζωτικά όργανα του Μάρλεϊ και παρά την ιατρική βοήθεια που ζήτησε, δυστυχώς η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Μεταφέρθηκε σε ένα νοσοκομείο στο Μαϊάμι, όπου και πέθανε εκεί, στις 11 Μαΐου του 1981, σε ηλικία μόλις 36 ετών. Τα τελευταία λόγια του απευθύνονταν στον γιο του Ziggy «Money can’t buy life» («τα λεφτά δεν μπορούν να αγοράσουν την ζωή»). Ο Μπομπ Μάρλεϊ, ακόμα και στην ύστατη ώρα, ήθελε να δείξει το νόημα της ζωής και της ευτυχίας. Ο θάνατός του συντάραξε τον κόσμο σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο Μάρλεϊ είχε πεθάνει αλλά ταυτόχρονα είχε γεννηθεί ένα σύμβολο αγάπης και ειρήνης. Στην Τζαμάικα η ημέρα γέννησής του θεωρείται εθνική επέτειος και με αυτό τον τρόπο, δεν ξεχάστηκε ποτέ.

Διάσημα στιχάκια του Μπομπ Μάρλεϊ
- «Some people are so poor , all they have is money» («Κάποιοι άνθρωποι είναι τόσο φτωχοί , όλα όσα έχουν είναι τα χρήματα»)
- «Love the life you live , live the life you love» («Αγάπα τη ζωή που ζεις , ζήσε τη ζωή που αγαπάς»)
- «The most beautiful curve on a woman’s body is her smile» («Η πιο όμορφη καμπύλη στο σώμα μιας γυναίκας είναι το χαμόγελό της»)
Ακολουθεί βίντεο από το Amanla Festival , όπου ο Μάρλεϊ ερμηνεύει το No woman no cry:
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για το συγκεκριμένο άρθρο:
Μπομπ Μάρλεϊ, ανακτήθηκε από: el.wikipedia.org ( τελευταία πρόσβαση στις 09/05/2021).
Μπομπ Μάρλεϊ βιογραφία – σαν σήμερα, ανακτήθηκε από: www.sansimera.gr (τελευταία πρόσβαση στις 09/05/2021).
Οι διασημότεροι στίχοι των τραγουδιών του Μπομπ Μάρλεϊ, ανακτήθηκε από: www.iefimerida.gr (τελευταία πρόσβαση στις 09/05/2021).