Ο Πάνος Κοκκινόπουλος δεν είναι απλά ένα καλός σκηνοθέτης, Είναι ο άνθρωπος που έχει χτίσει με το έργο του ένα μύθο. Κρύβεται πίσω από κάθε καλλιτεχνικό έγκλημα, που έχουμε δει να παίρνει ζωή στη μικρή οθόνη τα τελευταία 20 χρόνια. Ο Πάνος Κοκκινόπουλος ξέρει πολύ καλά να στήνει μοναδικούς κόσμους, κόσμους εσωστρεφείς, σκοτεινούς αλλά απόλυτα γοητευτικούς που σε τραβούν πάνω τους σαν μαύρος πόλος έλξης. Κόσμους που ίσως δεν έχεις ξανασυναντήσει ποτέ αλλά επιμένεις πως κάτι σου θυμίζουν, κόσμους επικίνδυνους σαν όνειρο.
Μέσα από την τέχνη του έχει μπει στα έγκατα κάθε ψυχής που ξεπέρασε μέσα σε μια στιγμή τη λεπτή κόκκινη γραμμή της λογικής. Κάποια από τα πολλά εγκλήματα που έχει καταπιαστεί, έχουν συγκλονίσει στην πραγματικότητα το Πανελλήνιο. Όμως, αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να σκιαγραφεί τους δικούς του δολοφόνους και σαν ψυχίατρος να οδηγεί τις πράξεις και τις σκέψεις τους. Ανατομία ενός Εγκλήματος, Δέκατη Εντολή, Κόκκινος Κύκλος, Τρίτος Νόμος…και πριν από ένα χρόνο ο Πάνος Κοκκινόπουλος επέστρεψε στο τόπο του εγκλήματος με το “Ου Φονεύσεις”.
«Αυτό που σε τυφλώνει είναι το δικό σου το σκοτάδι» ακούσαμε στο teaser του “Ου Φονεύσεις” να λέει ο σκηνοθέτης. Και για το φανατικό κοινό του, ήταν ίσως η πρώτη φορά που άκουσε τη φωνή του αγαπημένου του σκηνοθέτη μετά από τόσα χρόνια επιτυχίας. O Πάνος Κοκκινόπουλος είναι ένας άνθρωπος που θαυμάζω, γιατί μπορεί να μετουσιώσει το σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής σε τέχνη. Είχα τη χαρά να μιλήσω μαζί του και να μου παραχωρήσει αυτή τη συνέντευξη. Έτσι μπόρεσα να γνωρίσω αυτό τον σπουδαίο σκηνοθέτη και βαθύτατα ευγενικό άνθρωπο.
Επιμέλεια Συνέντευξης: Χριστίνα Ζαχαριά
Ξεκινήσατε να σπουδάζετε βιοχημεία. Η σκηνοθεσία πώς προέκυψε;
Η σκηνοθεσία μπήκε στη ζωή μου τυχαία. Σπούδαζα βιοχημεία στη Γαλλία και η Πανεπιστημιούπολη εκεί είχε δύο μεγάλα σινεκλάμπ τα οποία διαχειρίζονταν φοιτητές. Κάποια στιγμή ήρθε η σειρά μου και μαζί με κάποιους άλλους αναλάβαμε το σινεκλάμπ. Εκεί άρχισαν να έρχονται σκηνοθέτες απ’ το Παρίσι, όπως ο Φρανσουά Τρυφώ, ο Γκοντάρ, με τους οποίους συζητούσαμε για τις ταινίες και τον κινηματογράφο. Δεν θέλει πολύ ο άνθρωπος τελικά. Είχα και έναν φίλο ο οποίος σπούδαζε κινηματογράφο στο Παρίσι. Έτσι έδωσα εξετάσεις, πέρασα, μπήκα στη σχολή και μετά πήγα στο Πανεπιστήμιο. Εκεί διδάχτηκα και δίδαξα. Η αγάπη για τη σκηνοθεσία δεν προϋπήρχε. Προέκυψε εκεί.

Αφιερωθήκατε στη σκηνοθεσία σε ένα είδος που το ελληνικό κοινό δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένο. Γιατί επιλέξατε το αστυνομικό θρίλερ και όχι ο,τιδήποτε άλλο;
Στον ξένο κινηματογράφο είναι αλλιώς. Το κοινό ήταν εξοικειωμένο με αυτό το είδος από παλιά. Κι εγώ έξω μεγάλωσα και σπούδασα, οπότε είναι λογικό οι επιρροές μου να προέρχονται απ’ έξω. Όμως, πλέον με το Netflix που το 90% των παραγωγών είναι θρίλερ έχει εξοικειωθεί ακόμη περισσότερο το κοινό. Βέβαια δεν με ενδιαφέρει ιδιαίτερα με το τι είναι εξοικειωμένο το κοινό. Με ενδιέφερε πάντα να κάνω αυτό που μου αρέσει. Και αυτό και έκανα.
Έχετε συνεργαστεί με πάρα πολλούς ηθοποιούς. Με τί κριτήρια τους επιλέγετε;
Στην Ελλάδα έχουμε πολύ καλούς ηθοποιούς, Η επιλογή γίνεται με βάση την ικανότητα και το ταλέντο. Όμως, το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι να είναι καλοί συνεργάτες. Πάντα προσπαθώ να κάνω μίξη παλιών και καινούργιων. Με ενδιαφέρει να υπάρχει μια βάση από παλιούς ηθοποιούς, ενώ παράλληλα θέλω να προβάλλονται και νέοι άνθρωποι. Να βασίζομαι δηλαδή σε κάποιες σταθερές αξίες και να προβάλλονται νέα πρόσωπα.

Διατείνεται ότι πίσω από μία καλή ερμηνεία του ηθοποιού κρύβεται πάντα ένας καλός σκηνοθέτης. Η δική σας άποψη πάνω σε αυτό;
Αν και αυτό ισχύει παντού, στον κινηματογράφο αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο. Όλα είναι θέμα συνεργασίας. Ο ηθοποιός στο κινηματογράφο και κατ’ επέκταση στη τηλεόραση δεν μπορεί να ελέγξει το μέσο του, γιατί δεν γυρίζονται οι σκηνές με χρονική σειρά. Μπορεί να γυριστεί το φινάλε στην αρχή και η αρχή στο τέλος. Εκεί πρέπει ο σκηνοθέτης να τον βοηθήσει να μπει στην κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει μία σωστή συνεργασία. Η καλή συνεργασία κάνει το καλό αποτέλεσμα. Επίσης ο καλός ηθοποιός έχει να κάνει και με το τι ζητάει ο εκάστοτε σκηνοθέτης. Εμένα με ενδιαφέρει ο ηθοποιός να είναι καλός. Κι όσο καλύτερος είναι ο ηθοποιός τόσο καλύτερο είναι αυτό που κάνω. Γιατί αν ο σκηνοθέτης είναι ψυχίατρος μιας ταινίας, ο ηθοποιός είναι η καρδιά. Ο ηθοποιός είναι αυτός που εκθέτει το σώμα του, τη φωνή του, το γέλιο του, το κλάμα του, τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό πρέπει να το σεβαστείς. Αν δεν το σεβαστείς, το αποτέλεσμα δε θα είναι καλό.
Ο ηθοποιός προσαρμόζεται στο χαρακτήρα ή ο χαρακτήρας στον ηθοποιό;
Ανάλογα. Στο εξωτερικό, όταν ήμουν βοηθός σκηνοθέτη, μπορεί να ζητούσαν μια κοκκινομάλλα 1,75 με μεγάλο στήθος και φακίδες. Μπορεί να ήθελαν μια ηθοποιό με αυτά τα χαρακτηριστικά. Πήγαινα, λοιπόν, στο πρακτορείο και έβλεπα 40 ίδιες. Στην Αμερική 5.000 ίδιες. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτή η πολυτέλεια. Προσαρμόζω το ρόλο στον ηθοποιό, περισσότερο απ’ ό,τι τον ηθοποιό στο ρόλο. Θέλω να δουλέψω με τον τάδε οπότε τότε προσαρμόζω τον ρόλο. Φυσικά και δεν θα πάρω τον Στέλιο Μάινα να κάνει έναν μαθητή σχολείου(γέλιο).

Ανάμεσα στα τόσα αυτοτελή επεισόδια που έχετε κάνει υπάρχει κάποιο που έχετε ξεχωρίσει;
Πάντα το τελευταίο είναι το αγαπημένο μου. Το πιο νέο παιδί μας δεν είναι το πιο αγαπημένο; Πάντα το καινούργιο θέλει πιο πολύ προσοχή. Βέβαια, όλα κάτι μας διδάσκουν. Βλέπουμε τα λάθη μας. Μέσα απ’ τα λάθη μας μαθαίνουμε. Κάνουμε ένα λάθος, το διορθώνουμε και πάλι απ’ την αρχή. Η δουλειά του σκηνοθέτη είναι μια ατελείωτη σειρά διορθωμένων λαθών που επαναλαμβάνεται. Ακόμη και η τελευταία δουλειά θα φέρει καινούργια λάθη που θα πρέπει να διορθωθούν σε κάθε επόμενη. Είναι ένας κύκλος.
Σας έχουμε συνδέσει περισσότερο με αυτοτελή επεισόδια, έχετε κάνει όμως και σειρές όπως τα Μαύρα Μεσάνυχτα. Τι σας αρέσει περισσότερο; Θα κάνατε ξανά κάτι παρόμοιο με τα Μαύρα Μεσάνυχτα;
Πολύ πιθανό να έκανα ξανά κάτι παρόμοιο. Βέβαια, στη τηλεόραση μ’αρέσει πιο πολύ το αυτοτελές. Γιατί το αυτοτελές είναι σα να κάνεις μια μικρή ταινία. Διαρκεί 50 λεπτά, έχει αρχή, μέση και τέλος και καινούργιους ηθοποιούς. Κάθε φορά ξεκινάς κάτι καινούργιο. Καινούργιοι χώροι, καινούργιο σενάριο, καινούργια σκηνοθεσία. Έχει πιο πολύ ενδιαφέρον. Το δεύτερο έτος στα Μαύρα Μεσάνυχτα ένιωθα ότι δεν μπορώ να βλέπω άλλο τους ίδιους χώρους. Το σίριαλ έχει μια επανάληψη που είναι αρκετά κουραστική.
Μπήκατε ποτέ στη διαδικασία να γνωρίσετε έναν δολοφόνο για την ανάγκη ενός επεισοδίου;
Όχι φυσικά. Εμένα δεν με ενδιαφέρει κανένας δολοφόνος. Ούτε με ενδιαφέρουν τόσο οι πραγματικές ιστορίες. Κάνουμε τις σκηνές όπως ακριβώς θέλουμε εμείς. Βασιζόμαστε περισσότερο στη μυθοπλασία. Δεν είναι πραγματικοί ήρωες. Είναι σα να λέμε στο κοινό: «Κοιτάξτε αυτή την ιστορία. Σας θυμίζει κάτι; Σκεφτείτε ότι θα μπορούσε να είχε γίνει και έτσι». Δε διηγούμαστε την πραγματική ιστορία, ούτε τον πραγματικό δολοφόνο. Εμείς προσπαθούμε να δείξουμε ότι η μυθοπλασία είναι ένα βήμα μπροστά απ’ την πραγματικότητα. Με ενδιαφέρει, λοιπόν, ο ήρωας που μελετάω εγώ, ο οποίος είναι προϊόν μυθοπλασίας. Ασχέτως αν επηρεάζομαι απ’ την πραγματικότητα. Επηρεάζομαι μεν, αλλά κάνω το δικό μου δε.

Έχετε δεχθεί ποτέ αρνητικές αντιδράσεις για κάποιο επεισόδιο από θύτες ή θύματα που εμπλέκονται στις υποθέσεις;
Παλαιότερα, όταν έκανα την «Ανατομία ενός Εγκλήματος» ένας κατάδικος μας είχε στείλει μια επιστολή που έλεγε ότι δεν είναι εκείνος ο δολοφόνος και πως άδικα είναι φυλακισμένος. Βέβαια όλοι οι φυλακισμένοι έτσι δεν λένε; Υπήρξαν ενίοτε κάποιες αντιδράσεις, αλλά εν γένει όχι. Αντίθετα υπήρξε πρόσφατα ένα επεισόδιο, για το οποίο μπορώ να πω ότι έλαβα πολλά καλά σχόλια. Αναφέρομαι στο επεισόδιο που λεγόταν «GHB», το χάπι του βιασμού όπως λέγεται, στο Ου Φονεύσεις. Μου θύμισε μια ιστορία που είχε γίνει τελευταία και είχα πολύ θετικές αντιδράσεις απ’ τους συγγενείς του θύματος της πραγματικής ιστορίας.

Υπάρχουν υποθέσεις που δεν μπορείτε να αγγίξετε;
Δεν μπορώ να αγγίξω υποθέσεις που αφορούν μικρά παιδιά. Την υπόθεση του Δουρή δεν θα μπορούσα να την κάνω ποτέ. Την παιδοφιλία δεν μπορώ να την ακουμπήσω. Εκτός αν τα παιδιά γίνουν έφηβοι. Έχω κάνει τέτοιους είδους ιστορία, αλλά έχω μεγαλώσει τα παιδιά τόσο ώστε να μην είναι πια παιδιά. Έχω μεγάλη ευαισθησία σε αυτό το κομμάτι.
Έχετε σκεφτεί ποτέ να κάνετε επεισόδιο για κάποια πλατφόρμα, όπως είναι το Netflix που έχει τεράστια απήχηση;
Ναι φυσικά. Κάτι έχω στο νου μου αλλά ακόμη είναι νωρίς. Δεν υπάρχουν ακόμη ελληνικές παραγωγές σε αυτή τη πλατφόρμα. Είναι κάτι που σκέφτομαι, αλλά ακόμη είναι στα σπάργανα.
Σχεδιάζετε κάτι για το μέλλον που θα μπορούσατε να μοιραστείτε;
Είναι τόσα πολλά… Είναι όμως μετέωρα. Υπάρχουν συζητήσεις με διάφορα μέσα, ακόμη και για μία ταινία αλλά το συζητάμε. Δεν μπορώ να σας πω περισσότερες λεπτομέρειες γιατί δεν υπάρχει κάτι σίγουρο.
“Μπορείς να ξεχωρίσεις τη μορφή τους μες το πλήθος, ίσως τους δεις να προσπερνάνε βιαστικά, πρόσωπα που κάτι σου θυμίζουν, πρόσωπα γνώριμα σαν να κοιτάς τον εαυτό σου σε καθρέφτη που όμως έχει σπάσει. Γιατί τα όνειρα έχουν γίνει πια εφιάλτες, και ο χρόνος κόλλησε μέσα σε μια στιγμή, μια θολή, ακαθόριστη γραμμή που δεν υπάρχει γυρισμός αν προσπεράσεις, αν παραβείς τη 10η εντολή“.
Ευχαριστούμε πολύ την “Frenzy films” για το φωτογραφικό υλικό.