Η τηλεόραση αποτελεί το δυνατότερο μέσο αναγνώρισης της εποχής μας. Έκτος από τα 15 λεπτά δημοσιότητας που αντιστοιχούν στον καθένα μας, μπορεί να εκτοξεύσει την δημοτικότητα ενός έργου ή ανθρώπου, ή ακόμα και να την καταστρέψει. Εδώ σήμερα θα ασχοληθούμε με την πρώτη περίπτωση. Θα δούμε 6+1 βιβλία που γνωρίσαμε,οι περισσότεροι από εμάς, μέσα από καταπληκτικές ελληνικές σειρές και όχι μόνο δεν μας απογοήτευσαν αλλά μας έκαναν να αγοράσουμε τρέχοντας τα αντίστοιχα βιβλία. Και αν ανήκετε σε αυτήν την κατηγορία ανθρώπων που δεν τα έχετε καν ακουστά, ένα γρήγορο πέρασμα από το youtube θα σας πείσει ότι κάποιο από αυτά αξίζει την επόμενη αγορά σας.
Οι φρουροί της Αχαϊας. Τάσος Αθανασιάδης:
“Οι φρουροί της Αχαΐας” εξελίσσονται στην περιοχή της Αχαΐας, με επίκεντρο δράσης τους την Πάτρα και το Αίγιο την εποχή της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Διάλεξα την Αχαΐα -από τις πιο ανεπτυγμένες κοινωνικά και πολιτιστικά περιοχές της Ελλάδας- για τα διονυσιακά τοπία της, το πλούσιο ιστορικό παρελθόν της, τη γραφική ρυμοτομία της, τη διάχυτη λαγνείας της, χαρίσματα που εμπνέουν στον μυθιστοριογράφο έναν ενδιαφέροντα σε πλοκή ιστό. Σ’ αυτόν τον ιστό εμπλέκονται πρόσωπα απ’ όλες τις γενεές και τις κοινωνικές τάξεις: βιομήχανοι, εισοδηματίες, πολιτευτές, επαγγελματίες, γυναίκες φιλήδονες, πανεπιστημιακοί καθηγητές, φοιτητές, κληρικοί, τύποι του υποκόσμου, κοσμικοί, άνθρωποι της πιάτσας, κινημένοι στην καθημερινή τους συμπλοκή από λογής συμφέροντα. Κορυφαίο γεγονός είναι η διαμάχη δύο οικογενειών, γύρω από τις οποίες υφαίνεται μια διελκυστίνδα από δραματικές φάσεις επιβολής και υποταγής με καταστροφική κατάληξη.
Η αγάπη άργησε μια μέρα. Λίλλη Ζωγράφου.
Μια παλιομοδίτικη ιστορία που ξετυλίγεται σαν μαγευτικό παραμύθι, χάρη στην ομορφιά και τη λαχτάρα των νεαρών ηρωίδων που αντιστέκονται στον αμείλικτο χρόνο, περιμένοντας καρτερικά την προσγείωση του μεγάλου έρωτα. Γιατί υπήρχε μια εποχή που η αγάπη αργούσε να ‘ρθει. Αντίθετα με τη νεαρή ηρωίδα που, έρμαιο του παρορμητικού της ενστίκτου, παραδίδεται σ’ έναν άγγελο που την περιμένει στο υπόγειο του σπιτιού της. Και τολμά να ζήσει συναρπαστικές περιπέτειες για να εξελιχθεί εν αγνοία της σε κατακτήτρια της πιο ουσιαστικής ελευθερίας. Γιατί η ελευθερία και τότε, πριν πενήντα χρόνια, και πάντοτε προκύπτει, όχι από συλλόγους και κραυγαλέα μανιφέστα, αλλά από την ατομική συνειδητοποίηση, που διαλέγει τελικά το προσωπικό ήθος, αγνοώντας τους περιορισμούς των έξωθεν απαγορεύσεων.
Η αίθουσα του θρόνου. Τάσος Αθανασιάδης.
Στο μυθιστόρημά του αυτό ο Tάσος Aθανασιάδης περιγράφει μιαν ομάδα από νέους και νέες, καθώς απολαμβάνουν τις μέρες του καλοκαιριού σ’ ένα φανταστικό νησί των Kυκλάδων. Πίσω, ωστόσο, απ’ τη φαινομενική τους μακαριότητα, κάτω απ’ το θάμπος του αιγαιοπελαγίτικου ουρανού, ακούνε τη βασανιστική φωνή που τους ψιθυρίζει μέσα τους πως είναι πια καιρός να πάρουν μια σοβαρή απόφαση για το μέλλον τους. Tις ψυχολογικές αντιδράσεις τους μπροστά στα γεγονότα, που αιφνιδιάζουν τα σχέδιά τους γι’ αυτό το μέλλον, μας τις ζωντανεύει ο συγγραφέας των “Πανθέων” με σκηνές αλληλοδιάδοχες από αισθησιακή μέθη μα και δραματική αβεβαιότητα. Tην “Aίθουσα του θρόνου”, μεταφρασμένη στα γερμανικά, υποδέχτηκε με εγκωμιαστικά σχόλια η ξένη κριτική. Tο βιβλίο χαρακτηρίστηκε “ένα αριστούργημα από την Eλλάδα”, “ένα από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά μυθιστορήματα της εποχής μας”, “έπος συμφιλιώσεως των λαών”…
Το δέκα. Μ.Καραγάτσης.
Το 10 αποτελεί κρίσιμη καμπή στο έργο του Μ. Καραγάτση και είναι ατυχές γεγονός ότι ο θάνατος του συγγραφέα ματαίωσε αμετάκλητα την ολοκλήρωσή του. Για πρώτη φορά ο Καραγάτσης αποστασιοποιείται πλήρως από τους ήρωές του και πλάθει τη μυθιστορηματική του ύλη με χέρι άφοβο έμπειρου τεχνίτη. Δεν υπάρχει εδώ προσωπική εμπλοκή του συγγραφέα, συμμετοχή του στα δρώμενα μεσ’ από προσωπεία, αυτοβιογραφικές προβολές, ταυτίσεις, ευνοημένους χαρακτήρες. Υπάρχει συγγραφική διαύγεια, σιγουριά, ψυχρότητα ή και σκληρότητα. Το μέγα πλήθος των προσώπων που κατοικεί στο 10, τη λαϊκή πολυκατοικία του Πειραιά, κινείται με εξαιρετική ακρίβεια και άσφαλτους υπολογισμούς από τον συγγραφέα. Έργο ωριμότητας, αυστηρό, βαθύτατα πικρό και απαισιόδοξο, χαρτογραφεί και ανατέμνει τη νεοελληνική κοινωνία της δεκαετίας του ’50 με πρωτοφανή και προφητική (αν κρίνουμε τη σημερινή κοινωνική σύνθεση) οξυδέρκεια.
Το τελευταίο αντίο, Βασίλης Βασιλικός.
«Ήρθες και ξάπλωσες στα πόδια μου, το τελευταίο εκείνο μεσημέρι, ήσυχα, αδιαμαρτύρητα, τρυφερά. Μου είπες χωρίς φωνή το τελευταίο αντίο. Μ’ αποχαιρέτησες, με το σώμα σου. Μόνο που εγώ δεν το κατάλαβα τότε. Κοιμήθηκες λίγο απ’ την άλλη μεριά της καρδιάς σου. Αυτό ήταν το τελευταίο μας αγκάλιασμα. Η τελευταία φορά που τα σώματά μας αγγίχτηκαν. Δεν είπες τίποτα. Μ’ αποχαιρέτησες με τον τρόπο σου, ευγενικά, ωραία. Το λογικό σου δεν έπιανε το μήνυμα για να μου το εκφράσεις. Μα ούτε σου άρεσαν οι μελοδραματισμοί. Ένα βαθύ ευχαριστώ μου είπε το κορμί σου, που είκοσι χρόνια άλλη δεν γνώρισε απ’ την αγκαλιά μου».
Ιταλία. Ρώμη. Δεκαετία του 1970. Το σκηνικό μιας ερωτικής ιστορίας. Φαινομενικά ασήμαντα στιγμιότυπα από την πορεία μιας σχέσης. Από την πρώτη γνωριμία και την τρυφερότητα ως την ξαφνική απώλεια της αγαπημένης συντρόφου. Ο θρήνος του οριστικού αποχωρισμού. Η καθημερινότητα χωρίς τον άλλον. Το αίσθημα του κενού αλλά και η γραφή ως λύτρωση. Στο βάθος του φόντου ο απόηχος μιας ταραγμένης δεκαετίας…
Φεύγα. Μ. Ζουμπουλάκη.
Από τα χωράφια της Μακεδονίας στα σαλόνια της Αθήνας. Μια φαινομενικά απλή διαδρομή με πολλούς σταθμούς, όπου η καθημερινότητα ανατρέπεται από έρωτες -κυρίως έρωτες- και θανάτους.
Η Χαρά είναι περίπου σαν κι εμάς, με μια ζωή περίπου σαν και τις δικές μας, αλλά πιο μυστηριώδη και πιο ερωτική . Ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε
Είναι δέκα χρονών όταν αρχίζει η ιστορία, και σαράντα όταν μένει μετέωρη -ούτε η ίδια θέλει να την τελειώσει, γιατί ξεκινάει πιστεύοντας στα παραμύθια και μυθιστορήματα, ερωτεύεται, στεναχωριέται, παιδεύεται, ενθουσιάζεται, και τελικά λειτουργεί σαν ηρωίδα μυθιστορήματος
Μόνο που η ζωή δεν είναι μυθιστόρημα, και τίποτα, ούτε καν η φιλία, δεν είναι τόσο απλό ζήτημα όσο φαίνεται στην αρχή…
Το τρίτο στεφάνι. Κώστας Ταχτσής.
Η υπόθεση του μυθιστορήματος εκτυλίσεται κατά κύριο λόγο κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου και της Κατοχής. Πρωταγωνίστριες και αφηγήτριες είναι δύο γυναίκες, η Νίνα και η φίλη της Εκάβη, που ζουν αυτές τις περιόδους και περιγράφουν με πιστότητα το κλίμα της εποχής μέσα από τις προσωπικές τους ιστορίες. Η Νίνα πραγματοποιεί τρεις γάμους — εξ ου και ο τίτλος του έργου.
Το έργο διαθέτει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. O Ταχτσής είχε αποκαλύψει πως, ουσιαστικά, ο χαρακτήρας της Εκάβης Λόγγου είναι απόλυτα βασισμένος στη γιαγιά του, που τόν μεγάλωσε.