Με αφορμή το νέο της βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός “Η αγάπη που δεν άκουσες”, η Κλαίρη Θεοδώρου μοιράζεται μαζί μας τις πιο όμορφες παιδικές αναμνήσεις της καθώς και τις σκέψεις της για την αγάπη. Λάτρης της φωτογραφίας, που άλλωστε έχει και σχετικές σπουδές, αλλά και και των ταξιδιών μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στην οικογένεια της και τις δύο επαγγελματικές ιδιότητες της που εύχεται να μην χρειαστεί να αποχωριστεί ποτέ.
Επιμέλεια Συνέντευξης: Αλεξάνδρα Βαλτά
- Γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στην Γερμανία. Πως βιώσατε σαν παιδί τη μετάβαση σας στην Ελλάδα;
Γεννήθηκα στην Ελλάδα, πέρασα όμως τα πρώτα χρόνια της ζωής μου στη Γερμανία. Παρόλα αυτά η επαφή με την Ελλάδα και κατά τη διάρκεια των ετών αυτών πάντα υπήρχε, αφού επισκεπτόμασταν με τους γονείς μου αρκετά συχνά, τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη, τους παππούδες μου. Γι’ αυτό και δεν μου ήταν άγνωστη η καθημερινότητα στην Ελλάδα. Η μετάβαση στην Ελλάδα δεν μου δημιούργησε κάποιο πρόβλημα προσαρμογής, ίσως γιατί στην Αθήνα φοίτησα και σε γερμανικό σχολείο, γεγονός που διευκόλυνε ακόμα περισσότερο την ομαλή ένταξή μου.
- Ποια είναι η πιο δυνατή σας παιδική ανάμνηση;
Είναι τόσo πολλές οι όμορφες αναμνήσεις, κυρίως από τα πρώτα χρόνια της παραμονής μας στη Γερμανία. Θυμάμαι ως μαγικές τις γιορτές του Sankt Martin που βγαίναμε όλα τα παιδάκια με τα αυτοσχέδια, πολύχρωμα φαναράκια μας αναμμένα στη χιονισμένη, συνήθως, γειτονιά τραγουδώντας το αντίστοιχο τραγουδάκι, το έλκηθρο που κάναμε στο λόφο απέναντι από το σπίτι, τα κόκκινα φύλλα που μάζευα με τη μαμά μου το φθινόπωρο, για να τα τοποθετήσω στη συνέχεια με σχεδόν θρησκευτική ευλάβεια στο ειδικά διαμορφωμένο άλμπουμ, τη μυρωδιά αλλά και τη γεύση από τα ψητά αμύγδαλα στις χριστουγεννιάτικες αγορές και τόσα μα τόσα πολλά ακόμα!
- Έχετε εκδώσει 4 βιβλία, είστε φωτογράφος και λαμβάνετε μέρος σε πολλές φωτογραφικές εκθέσεις και διαγωνισμούς. Πως συμβαδίζει η καλλιτεχνική σας φύση με την δουλειά σας ως εκπαιδευτικός;
Ίσως ακουστεί παράξενο, νομίζω όμως πως η καλλιτεχνική μου φύση συμβαδίζει απόλυτα με την ιδιότητά μου ως καθηγήτρια Γερμανικών. Χρειάζεται έμπνευση, πάθος και όραμα η διδασκαλία για να μπορεί με τη σειρά της να γοητεύει και να κερδίζει τις τόσο ευαίσθητες παιδικές ψυχές. Σύμμαχοι λοιπόν και σε αυτό το “ταξίδι” αποδεικνύονται καθημερινά τόσο η συγγραφική μου δραστηριότητα όσο και η ενασχόλησή μου με τη φωτογραφία.
- Τι έχετε κερδίσει σαν εκπαιδευτικός και τι σαν συγγραφέας; Θα διαλέγατε κάτι από τα δύο αν χρειαζόταν, και γιατί;
Και στις δύο περιπτώσεις απολαμβάνω την επαφή μου με τον κόσμο, την ανταλλαγή ιδεών, τα συναισθήματα που ξυπνά η δουλειά μου, την αγάπη και το σεβασμό που μου χαρίζει κάθε δραστηριότητα απλόχερα. Δεν θα ήθελα ποτέ να αναγκαστώ να επιλέξω μια από τις δύο ασχολίες κι ας είναι πολλές οι φορές που η κούραση με καταβάλλει. Απολαμβάνω όμως και τις δύο αυτές πλευρές της ζωής μου με όλο μου το είναι και ελπίζω να μη χρειαστεί να τις αποχωριστώ ποτέ.
- Πιστεύετε ότι η συγγραφική τέχνη διδάσκεται; Και αν ναι, θα βλέπατε τον εαυτό σας σαν δάσκαλο στο κομμάτι αυτό;
Νομίζω ότι η συγγραφή είναι κάτι πηγαίο, είναι μια εσωτερική ανάγκη που ξεχειλίζει κυριολεκτικά από μέσα σου, απαιτεί να βγει στην επιφάνεια είτε εσύ το θέλεις είτε όχι. Πέρα όμως από το ταλέντο, την έμπνευση και την ευχέρεια στο λόγο, νομίζω ότι υπάρχουν κι άλλα στοιχεία που διαμορφώνουν την ταυτότητά μας ως συγγραφείς, όπως για παράδειγμα οι εμπειρίες, τα βιώματα, οι γνώσεις, το διάβασμα λογοτεχνικών έργων. Πρέπει να έχεις τις «κεραίες» σου ανοιχτές σε κάθε είδους ερεθίσματα, να αφουγκράζεσαι τα πάντα γύρω σου για να γράψεις και αυτό είναι κάτι που το υποστηρίζω ακράδαντα. Από εκεί και έπειτα, φυσικά και μπορεί να βοηθηθεί κάποιος που ενδιαφέρεται να γράψει από τα μαθήματα δημιουργικής γραφής, προκειμένου να αναπτύξει στο έπακρο τη συγγραφική του δεινότητα. Όμως εγώ δεν συμμετείχα ποτέ σε κάποιον τέτοιο κύκλο μαθημάτων ούτε ως διδασκομένη ούτε ως διδάσκουσα και η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω και αν θα με ενδιέφερε κάτι σχετικό.
- Μιλήστε μας λίγο για το νέο σας βιβλίο «Η αγάπη που δεν άκουσες».
«Η αγάπη που δεν άκουσες» είχε ως έναυσμα ένα άρθρο που διάβασα στον τύπο για την ιστορία μιας φάλαινας, της πιο μοναχικής φάλαινας του κόσμου, που οργώνει εδώ και είκοσι χρόνια τους ωκεανούς, προκειμένου να προσελκύσει με το τραγούδι της το ταίρι της. Λόγω όμως μιας γενετικής μετάλλαξης έχει καταδικαστεί σε παντοτινή μοναξιά, αφού η συχνότητα των 52 hertz που εκπέμπει δεν ακούγεται από τις άλλες φάλαινες. Έτσι το ερωτικό της κάλεσμα μένει μόνιμα αναπάντητο. Εντυπωσιασμένη από την αέναη μοναξιά αυτού του πλάσματος εμπνεύστηκα το βιβλίο, που βασικό του θέμα είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας και κυρίως ο αληθινός έρωτας, αυτός που κινεί γη και ουρανό και οδηγεί κάποτε στα άκρα. Παράλληλα όμως τους ήρωες του βιβλίου, απασχολούν και άλλα θέματα όπως η διαφορετικότητα, η αναπηρία, ο αποκλεισμός. Όσο για τον αφηγηματικό χώρο, αυτός είναι ένα απόκοσμο σκηνικό, ένα χωριό φάντασμα, που βυθίζεται και γίνεται ο υγρός τάφος ενός μικρού παιδιού.
- Στο βιβλίο σας, κάνετε λόγο για τη διαφορετικότητα . Πιστεύετε ότι σαν κοινωνία, είμαστε ανοιχτοί στη διαφορετικότητα των άλλων;
Δυστυχώς ζούμε σε μια χώρα και σε μία κοινωνία που δεν έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζει τα πράγματα με ανοιχτό μυαλό και αυτό είναι κάτι που το βιώνουμε πολλές φορές στην καθημερινότητά μας. Προσωπικά πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα να είναι, να νιώθει, να σκέφτεται και να πιστεύει ό,τι τον εκφράζει, να μην αισθάνεται άσχημα για την όποια διαφορετικότητά του, εφόσον αυτή δεν απειλεί ή βλάπτει άλλα άτομα.
- Τα δύο τελευταία σας βιβλία, «Η αγάπη που δεν άκουσες» και η «Αποικία της λήθης», καταπιάνονται με «βαριά» θέματα. Είναι αυτό το είδος που σας αντιπροσωπεύει περισσότερο;
Νομίζω ότι τα βιβλία μου είναι συνδυασμός μιας ιδιαίτερα σκληρής πραγματικότητας, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται πολλές φορές και στην καθημερινή ζωή, και ενός πιο ιδεατού και ονειρικού κόσμου παράλληλα. Δεν έχω στόχο τα “βαριά” θέματα, οι ιστορίες μου ξεκινούν με ένα κλικ που θα μου κάνει κάτι τυχαίο, κάτι που από μόνο του αρχίζει σιγά σιγά να παίρνει μέσα μου σάρκα και οστά. Και επειδή δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να προβλέψω τι θα αφορά αυτό το επόμενο “κλικ”, σίγουρα δεν μπορώ και να προδικάσω το περιεχόμενο και το ύφος των επόμενων έργων μου.
- Από τι εμπνέεστε; Θα μπορούσε η εποχή που ζούμε να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για εσάς;
Είναι περίεργη, μαγική θα έλεγα η στιγμή που γεννιέται μια ιστορία μέσα μου. Το έναυσμα μπορεί να είναι οτιδήποτε: ένας στίχος, κάτι που διάβασα, μια φράση που λέει κάποιος δίπλα μου, μια ταινία, μια εικόνα την ώρα που οδηγώ στο δρόμο. Καταλαβαίνω λοιπόν αμέσως εκείνη την ώρα πως κάτι ξεκινάει, κάτι απαιτεί να βγει στην επιφάνεια. Εννοείται πως η εποχή που ζούμε αποτελεί αστείρευτη πηγή έμπνευσης, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι και αυτό που αποτυπώνεται στη συνέχεια στο χαρτί είναι οπωσδήποτε κάτι που συμβαίνει στο σήμερα.
- Από όλους σας τους ήρωες, ποιος είναι ο αγαπημένος σας; Ποιος σας δυσκόλεψε περισσότερο;
Μπορεί να ακούγεται κοινότυπο, αλλά όλοι οι ήρωές μου έχουν ξεχωριστή θέση μέσα στην καρδιά μου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως μου είναι όλοι και συμπαθείς. Είναι αρκετοί εκείνοι που με έχουν θυμώσει, με έχουν στεναχωρήσει, με έχουν βγάλει κυριολεκτικά εκτός εαυτού… Δεν θα έλεγα πως υπάρχει κάποιος που με δυσκόλεψε περισσότερο ή λιγότερο. Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η σε βάθος σκιαγράφηση των χαρακτήρων μου και το να “πατούν” σωστά και γερά στην εκάστοτε ψυχολογία τους, καθότι θεωρώ πως η σωστά δομημένοι χαρακτήρες είναι πολλές φορές το άλφα και το ωμέγα στην πλοκή μιας ιστορίας.
- Τελειώνοντας ένα βιβλίο έχετε ήδη στο μυαλό σας το επόμενο ή δίνετε στον εαυτό σας χρόνο για ξεκούραση; Ετοιμάζετε κάτι αυτό το διάστημα;
Εξαρτάται από το πότε θα μου “χτυπήσει” η έμπνευση την πόρτα και προς μεγάλη μου χαρά αυτό γίνεται όλο και πιο συχνά. Έχω σχεδόν ολοκληρώσει το επόμενο έργο μου και μόλις τελειώσω και τις τελευταίες διορθώσεις θα το παραδώσω στις Εκδόσεις Ψυχογιός.
- Διαβάζετε κάτι αυτόν τον καιρό;
Διαβάζω το “Οι φωνές του ποταμού Παμάνο” του Jaume Cabre και, όπως και το “Confiteor”, το βρίσκω συγκλονιστικό.
- Ποια είναι η δική σας συγγραφική ρουτίνα;
Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να μιλά για ρουτίνα στην τέχνη, ειδικά όταν η τέχνη είναι συνυφασμένη με την ύπαρξή του. Και, παρόλο που ζω μια πολύ γεμάτη και πολλές φορές αγχωτική καθημερινότητα, ποτέ δεν αισθάνθηκα μονότονα γράφοντας. Αντίθετα η συγγραφή είναι ένας μοναδικός τρόπος για να καταπολεμώ τη ρουτίνα. Από εκεί και έπειτα προσπαθώ να γράφω όσο πιο συχνά γίνεται και ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες που έχω περισσότερο χρόνο, αφιερώνομαι καθημερινά στα γραπτά μου με συγκεκριμένο πρόγραμμα.
- Ποια είναι κατά την γνώμη σας τα στοιχεία που κάνουν ένα συγγραφέα επιτυχημένο;
Για εμένα ένας συγγραφέας έχει καταφέρει να πετύχει τον σκοπό του, όταν τα έργα του γεννούν συναισθήματα, όταν «μιλούν» στις ψυχές. Αν ο αναγνώστης δεν μπορεί να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του, αν ξενυχτά για να διαβάσει λιγάκι ακόμα, αν η ιστορία στριφογυρίζει στο μυαλό του μέρα-νύχτα, αν μπορεί και του δίνει «σάρκα και οστά» με τη δύναμη της φαντασίας του, αλλά κι ακόμα, όταν μετά το τέλος της ανάγνωσης, εκείνο επιστρέφει διαρκώς πίσω στις σκέψεις του, παραμένοντας ανεξίτηλα γραμμένο ως κάτι ξεχωριστό στη μνήμη του, τότε κάθε συγγραφέας μπορεί να θεωρεί πετυχημένο τον εαυτό του για το έργο που δημιούργησε.
- Για το τέλος, θα θέλατε να μοιραστείτε μια βαθύτερη σκέψη σας με τους αναγνώστες σας;
Η σκέψη που πολλές φορές κυριαρχεί στο μυαλό μου είναι πόσο καλύτερη θα μπορούσε να είναι η ζωή όλων, αν συνειδητοποιούσαμε το πόσο σημαντική είναι η αγάπη, αν αυτή χαρακτήριζε τις πράξεις μας, αν ήταν η σημαντικότερη αξία, αυτή που καταξιώνει την ύπαρξή μας. Πόσο ωραιότερος θα ήταν ο κόσμος αν πίστευε στην αγάπη. Την αγάπη που «είναι μακρόθυμη, είναι ευεργετική και ωφέλιμη, την αγάπη που δεν ζηλεύει, την αγάπη που δεν ξιπάζεται, δεν είναι περήφανη, δεν κάνει ασχήμιες, δεν ζητεί το συμφέρον της, δεν σκέφτεται το κακό για τους άλλους, δεν χαίρει, όταν βλέπει την αδικία, αλλά συγχαίρει, όταν επικρατεί η αλήθεια. Την αγάπη που “όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει” . Γιατί η πραγματική αγάπη ποτέ δεν ξεπέφτει, ποτέ δεν είναι υστερόβουλη, ποτέ δεν είναι μικροπρεπής. Γιατί η πραγματική αγάπη είναι ανωτερότητα ψυχής.
Χρήσιμοι Σύνδεσμοι:
Εκδόσεις Ψυχογιός: Κλαίρη Θεοδώρου
Facebook: Κλαίρη Θεοδώρου