
Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ έγραψε το αριστούργημά του, «Αποχαιρετισμός στα όπλα» το 1929, όταν ήταν μόλις 30 ετών. Εμπνευσμένο από τις δικές του εμπειρίες από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το «Αποχαιρετισμός στα όπλα» διηγείται την ιστορία του Υπολοχαγού Φρέντερικ Χένρι, ενός αμερικανού που υπηρετεί στον ιταλικό στρατό ως οδηγός ασθενοφόρου, ο οποίος ερωτεύεται την Αγγλίδα Κάθριν Μπάρκλεϊ και προσπαθεί να ξεκινήσει μια ζωή μαζί της, εν μέσω αυτής της παγκόσμιας κρίσης. Το μυθιστόρημα έγινε μπεστ σέλερ και μαζί με το «Ο ήλιος ανατέλλει ξανά» (1926), σφράγισε τη φήμη του μεγάλου συγγραφέα για τις επόμενες γενιές. Ο Χέμινγουεϊ γράφει εδώ απλά και κατανοητά, όπως σε όλα του τα έργα, όμως κάτω από τη ναΐφ επιφάνεια κρύβονται διαχρονικά μηνύματα για τη φρίκη του πολέμου και τα ανεξίτηλα σημάδια που αυτός αφήνει στις ζωές των ανθρώπων.

Όπως και ο ίδιος ο Χέμινγουεϊ, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου έχει εγκαταλείψει την Αμερική για να ζήσει στην Ευρώπη. Με το ξέσπασμα του πολέμου, ο Φρέντερικ κατατάσσεται εθελοντικά στον ιταλικό στρατό και συχνά εισπράττει ρατσιστικά σχόλια από άλλους στρατιώτες που συναντά στο δρόμο του. Ο Φρέντερικ κάθε άλλο παρά γενναίος ή πατριώτης είναι και το μετάλλιο τιμής που του δίνουν το κερδίζει από «λάθος», γιατί έτυχε να τραυματιστεί από μια χειροβομβίδα ενόσω εκείνος και οι συνάδερφοί του έτρωγαν το μεσημεριανό τους γεύμα. Οι συνάδερφοι του Φρέντερικ δεν έχουν πολύ διαφορετικές απόψεις για τον πόλεμο από εκείνον, με ορισμένους μάλιστα να δηλώνουν «αναρχικοί» ή «σοσιαλιστές» και τελικά να λιποτακτούν με μοιραία για τους ίδιους αποτελέσματα.

Μέσα στη μιζέρια του ατελείωτου πολέμου, ο Φρέντερικ γνωρίζει την Κάθριν, μια νοσοκόμα στον Ερυθρό Σταυρό όπου υπηρετεί και την ερωτεύεται παράφορα. Ο πόλεμος καταφέρνει να τους χωρίσει αρκετές φορές, μέχρι που τελικά η Κάθριν μένει έγκυος και ο Φρέντερικ, αγανακτισμένος από τις αλλεπάλληλες αιματηρές συγκρούσεις, αποφασίζει να λιποτακτήσει και να φύγει μαζί της για την Ελβετία. Οι δυο τους περνούν μαζί μερικούς μήνες, ώσπου η Κάθριν ετοιμάζεται να γεννήσει και η μοίρα τους δοκιμάζει για άλλη μια φορά.

Μέσα από λιτές και μικρές σε έκταση προτάσεις και με μια απλή ιστορία ως όχημα, ο Χέμινγουεϊ μας μεταφέρει στο πεδίο της μάχης και σε μια εποχή αναταραχής και δυστυχίας. Οι χαρακτήρες, αν και εκ πρώτης όψεως μοιάζουν ρηχοί και κάπως μονοκόμματοι, είναι ψυχολογικά τρισδιάστατοι και πέρα ως πέρα «ανθρώπινοι». Στο «Αποχαιρετισμός στα όπλα», ο συγγραφέας χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τεχνικές για να πει μια ιστορία «κρυμμένη ανάμεσα στις προτάσεις», κάτι το οποίο επανέλαβε με τεράστια επιτυχία στο βραβευμένο με Πούλιτζερ βιβλίο του, «Ο γέρος και η θάλασσα» (1952), αλλά και στα δοκίμιά του με πρωταγωνιστή τον Νικ Άνταμς.

Ο Χέμινγουεϊ επηρέασε αμέτρητους συγγραφείς, σύγχρονους με εκείνον αλλά και μεταγενέστερους, και δημιούργησε μια δική του «σχολή», όσο αφορά τη λογοτεχνία στην αγγλική γλώσσα. Όλα τα έργα του Χέμινγουεϊ είναι εν μέρει αυτοβιογραφικά και όλα, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά, αφορούν τον πόλεμο. Οι χαρακτήρες του είναι κυνηγοί, μποξέρ ή ψαράδες και δεν μιλούν πολύ, όμως φέρουν ένα βαθύ και ανεπούλωτο τραύμα το οποίο προσπαθούν να ξεχάσουν με τη βοήθεια του ποτού, αλλά τελικά εκείνο επιστρέφει αργότερα στη ζωή τους για να τους καταστρέψει. Έτσι και ο ίδιος ο συγγραφέας, χτυπημένος από την τρέλα σε ηλικία 61ος χρονών, χρησιμοποίησε ένα όπλο σαν αυτό που τον είχε συνοδέψει στη μάχη για να δώσει τέλος στη ζωή του.
Δείτε το trailer της κινηματογραφικής μεταφοράς (1957) στο YouTube: